Νεφρική κύστη: τι είναι, γιατί δημιουργείται, πότε χρειάζεται αντιμετώπιση;

Οι κύστεις των νεφρών αποτελούν συχνό απεικονιστικό εύρημα, ιδίως σε άτομα μέσης και προχωρημένης ηλικίας, και συνήθως ανιχνεύονται τυχαία κατά τη διάρκεια ελέγχου για άσχετα συμπτώματα. Αν και στη μεγάλη τους πλειονότητα είναι καλοήθεις και ασυμπτωματικές, ορισμένες μορφές μπορεί να υποκρύπτουν σοβαρότερες παθολογικές καταστάσεις ή να συσχετίζονται με αυξημένο ογκολογικό κίνδυνο.

Ορισμός και κατηγοριοποίηση

Η νεφρική κύστη ορίζεται ως ένας σαφώς περιγεγραμμένος θύλακος γεμάτος με υγρό, που εντοπίζεται εντός του νεφρικού παρεγχύματος ή στην επιφάνειά του. Η διαγνωστική προσέγγιση βασίζεται κυρίως στην απεικονιστική χαρακτηριστική της εμφάνιση.

Κυριότερες κατηγορίες:

  • Απλές κύστεις: Μονήρεις ή πολλαπλές, με λεπτό τοίχωμα, χωρίς διαφράγματα, αποτιτανώσεις ή εσωτερικό περιεχόμενο εκτός του διαυγούς υγρού.
  • Σύνθετες κύστεις: Εμφανίζουν εσωτερικά διαφράγματα, πάχυνση τοιχωμάτων, επασβεστώσεις ή συμπαγή στοιχεία, γεγονός που αυξάνει τον υποψία κακοήθειας.
  • Κληρονομικά κυστικά σύνδρομα: Όπως η αυτοσωμική επικρατούσα πολυκυστική νόσος (ADPKD) ή η αυτοσωμική υπολειπόμενη μορφή (ARPKD).
  • Επίκτητες κυστικές αλλοιώσεις: Συχνές σε ασθενείς με χρόνια νεφρική νόσο ή σε μακροχρόνια αιμοκάθαρση.

Αιτιολογία και παθογένεια

Οι απλές νεφρικές κύστεις συνήθως σχετίζονται με ηλικιακή εκφύλιση του νεφρικού σωληναρίου και θεωρούνται αποτέλεσμα εστιακής διάτασης των σωληναρίων με παγίδευση υγρού. Ο επιπολασμός αυξάνεται σταθερά με την ηλικία, φθάνοντας το 50% σε άτομα άνω των 50 ετών. Σε ασθενείς με τελικού σταδίου νεφρική ανεπάρκεια, η παρουσία πολλαπλών επίκτητων κύστεων σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης νεφροκυτταρικού καρκινώματος.

Στην πολυκυστική νόσο, γενετικές μεταλλάξεις (PKD1, PKD2) οδηγούν σε δυσλειτουργία των πρωτεϊνών πολυκυστίνης 1 και 2, διαταράσσοντας την αρχιτεκτονική και τη λειτουργικότητα του επιθηλίου των σωληναρίων, με συνέπεια τον σχηματισμό και τη σταδιακή αύξηση πλήθους κύστεων και την εξέλιξη σε νεφρική ανεπάρκεια.

Κλινική παρουσίαση

Οι περισσότερες κύστεις είναι ασυμπτωματικές. Ωστόσο, όταν αποκτούν μεγάλο μέγεθος ή επιπλέκονται, μπορεί να προκαλέσουν:

  • Αμβλύ άλγος στην οσφύ ή το πλευρονεφρικό διάστημα
  • Μικροσκοπική ή μακροσκοπική αιματουρία
  • Ουρολοίμωξη
  • Υπέρταση, πιθανώς λόγω τοπικής ισχαιμίας και ενεργοποίησης του συστήματος ρενίνης-αγγειοτενσίνης

Σε περιπτώσεις πολυκυστικής νόσου, μπορεί να συνυπάρχουν εξωνεφρικές εκδηλώσεις, όπως ηπατικές κύστεις, ενδοκρανιακά ανευρύσματα ή κολπική πρόπτωση της μιτροειδούς.

Διαγνωστική προσέγγιση

Η υπερηχογραφία αποτελεί την αρχική απεικονιστική μέθοδο επιλογής, ενώ σε περίπτωση αμφίβολων ευρημάτων ή υποψίας σύνθετης κύστης, απαιτείται περαιτέρω διερεύνηση με αξονική (CT) ή μαγνητική τομογραφία (MRI).

Η κατάταξη Bosniak χρησιμοποιείται ευρέως για τη σταδιοποίηση των σύνθετων κύστεων, με διαστρωμάτωση του ογκολογικού κινδύνου:

Κατηγορία Bosniak

Χαρακτηριστικά

Κίνδυνος κακοήθειας

Διαχείριση

I

Απλή κύστη

<1%

Καμία παρέμβαση

II

Ήπιες ανωμαλίες, χωρίς ενίσχυση

<3%

Παρακολούθηση

IIF

Πολλαπλά διαφράγματα, ελάχιστη ενίσχυση

~5–10%

Παρακολούθηση (ανά 6–12 μήνες)

III

Πάχυνση τοιχωμάτων, ενισχυόμενη

~50%

Χειρουργική διερεύνηση

IV

Σαφώς συμπαγή στοιχεία

>85%

Χειρουργική αφαίρεση